αζυμοσφραγίδα

Greek Monolingual

η
δισκίο από άζυμο φύραμα, με το οποίο πριν από τη χρήση τών φακέλων κολλούσαν το άκρο διπλωμένης επιστολής.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άζυμος + σφραγίδα].