η (Α ἀπόξεσις) αποξέωαφαίρεση με ξύσιμο, ξύσιμο, λείανσηνεοελλ.αφαίρεση υλικού από φυσιολογικές (π.χ. μήτρα) ή παθολογικές κοιλότητες (π.χ. συρίγγιο) του σώματος με ειδικό όργανο (ξέστρο) για διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς λόγους.