Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
(ΑΜ ἐφελκύω)σύρω, τραβώ προς το μέρος μου («καὶ μαγνῆτις ὥσπερ, ἐφελκύσω πρὸς τὰ σὰ παιδεύματα», Μηναί.).[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ἑλκύω].