Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ηχοβολίδα
Greek Monolingual
η συσκευή ηχοεντοπισμού που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση του βάθους τών ωκεανών και για τον εντοπισμό υποβρύχιων αντικειμένων. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. στον λόγιο τ. ηχοβολίς, αποτελεί απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. echo-sounder)].