ταπρωτόγονα δικοτυλήδονα φυτά, με ανθικά μόρια τοποθετημένα χωριστά σε κυρτή ανθοδόχη.[ΕΤΥΜΟΛ. < θάλαμος + -ανθής (< άνθος), πρβλ. ψυχανθή].