Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
καμισάτοι
Greek Monolingual
καμισᾱτοι, οἱ (Μ) καμίσιον εκκλ. στο Βυζάντιο κατώτεροι κληρικοί που φορούσαν καμίσιον και βοηθούσαν τους ιερείς στην τέλεση της θείας λειτουργίας, φρόντιζαν να φέρνουν ανθρακιά στο θυσιαστήριο, να ετοιμάζουν το «ζέον» για τη θείακοινωνία.