Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
κλίμαξ
Greek Monolingual
(I) κλῖμαξ, -ακος, ἡ (Α) βλ.κλίμακα. (II) η βιολ. το τελευταίο στάδιο της διαδοχής που μπορεί να επιτευχθεί από μια φυτοκοινωνία σε μια περιοχήκάτω από τις περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν επί έναν συγκεκριμένο χρόνο, αλλ. κολοφώνας.