ἡ, Dim. of λεπίς, IG12(8).51.19 (Imbros, ii B.C.).
λεπιδίσκη, ἡ (Α)υποκορ. του λεπίς.[ΕΤΥΜΟΛ. < λεπίς, -ίδος + υποκορ. κατάλ. -ίσκη (πρβλ. παιδίσκη)].