Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
και μακρυνάρι, το1. κάθε πράγμα που έχει μεγάλο μήκος και μικρό πλάτος2. μακρύς διάδρομος3. οικοδόμημα που έχει δυσανάλογο μήκος σε σχέση με το πλάτος του.[ΕΤΥΜΟΛ. < μακρινάριον, ουσιαστικοποιημένο τ. του ουδ. του αμάρτυρου επιθ. μακρινάριος].