οικοδόμημα
Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ -> The unexamined life is not worth living
Plato, Apology of Socrates 38aGreek Monolingual
το (Α οἰκοδόμημα) οικοδομώ
οικοδομή, κτήριο («τὰ μὲν οἰκοδομήματα τῶν προαστείων ἔρημα εὕρισκον», Ηρωδιαν.)
νεοελλ.
μτφ. κάθε συγκροτημένο σύνολο (α. «το οικοδόμημα του κράτους» β. «ολόκληρο το οικοδόμημα τών επιχειρημάτων του κατέρρευσε»).