Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
μπουσουλώ
Greek Monolingual
-άω (κυρίως για τα βρέφη) μετακινούμαι χρησιμοποιώντας και τα χέρια και τα πόδια, πάω με τα τέσσερα. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. <μπούσουλας. Κατ' άλληάποψη, η λ. προήλθε από τη ρουμ. επιρρμ. φράσηde-a buşilea «με τα τέσσερα»].