Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
μυοτονία
Greek Monolingual
η ιατρ.ασθένεια που συνίσταται σε παρατεταμένη συστολή ενός μυός με ανικανότητα χαλάρωσης. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. myotonie (<μυς, μυός «όργανο του σώματος» + -τονία< -τόνος<τείνω)].