ναρκοσυλλέκτης

Greek Monolingual

ο στρατ.
1. ειδικά εκπαιδευμένος στρατιωτικός που ανακαλύπτει και εξουδετερώνει τις νάρκες
2. πολεμικό πλοίο ειδικά κατασκευασμένο ή μετασκευασμένο για την ανακάλυψη και εξουδετέρωση ναρκών.