νευρόδερμα

Greek Monolingual

το
βιολ. τμήμα του εξωδέρματος του εμβρύου στο στάδιο του γαστριδίου, το οποίο διαφοροποιείται, με τη διαδικασία της νευριδίωσης, σε νευρικό σύστημα.