οἰνομήτωρ
English (LSJ)
-ορος, ἡ, mother of wine, ἄμπελος Astyd. 6.
Greek (Liddell-Scott)
οἰνομήτωρ: -ορος, ἡ, μήτηρ τοῦ οἴνου, ἄμπελος Ἀστυδάμας παρ’ Ἀθην. 40Β.
Greek Monolingual
οἰνομήτωρ, -ορος, ἡ (Α)
(για την άμπελο) η μητέρα του οίνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶνος + -μητωρ (< μήτηρ), πρβλ. θεομήτωρ].
German (Pape)
ορος, ἡ, Weinmutter, ἄμπελος, Astydam. bei Ath. II.40b.