Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ο, Ν(ορυκτ.) λευκό, γκρίζο ή άχρωμο αργιλοπυριτικό ορυκτό του λιθίου.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. petalite < πέταλο + κατάλ. -ίτης].