= σαφηνίζω, Gal.14.596, Suid.; elsewhere only in compds., διασαφέω, etc.
σαφέω: σαφηνίζω, Γραμμ.· ἀλλαχοῦ μόνον ἐν συνθέσει, διασαφέω, κτλ.
Α σαφήςαποσαφηνίζω.