σκιαινίς
English (LSJ)
-ίδος, ἡ, = σκίαινα (Corvina nigra, Umbrina cirrosa), Gal. 6.720, 724 (v.l. σκινίδες, etc.).
German (Pape)
Greek Monolingual
-ίδος, ἡ, Α
βλ. σκίαινα.
-ίδος, ἡ, = σκίαινα (Corvina nigra, Umbrina cirrosa), Gal. 6.720, 724 (v.l. σκινίδες, etc.).
-ίδος, ἡ, Α
βλ. σκίαινα.