φαρμακών

English (LSJ)

ῶνος, ὁ, dye-house, S.Fr.1109.

German (Pape)

[Seite 1257] ῶνος, ὁ, Ort, wo gefärbt wird, Färberei, Soph. frg. 956.

Russian (Dvoretsky)

φαρμᾰκών: ῶνος ὁ красильня Soph.

Greek (Liddell-Scott)

φαρμᾰκών: -ῶνος, ὁ, βαφεῖον, Σοφ. Ἀποσπ. 956.

Greek Monolingual

-ῶνος, ὁ, ΜΑ
βαφείο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακον + επίθημα -ών, -ῶνος (πρβλ. ἀνθρακών)].