Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
φυλλόκερας
Greek Monolingual
το, Ν (παλαιοντ.) απολιθωμένο γένος αμμωνιτοειδών κεφαλόποδων μαλακίων που έζησαν από το τριαδικό έως το κρητιδικό και είχαν παγκόσμια εξάπλωση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phylloceras<φύλλο(ν) +κέρας.