η, Ν
ιατρ. τάση για προστασία τών ματιών από το φως, που εκδηλώνεται σε ορισμένα άτομα λόγω της επώδυνης εντύπωσης που προκαλεί η επίδραση του.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. photophobia (< φωτόφοβος). Η λ. μαρτυρείται από το 1843 στον Δαμ. Γεωργίου].