радушие
Russian > Greek
φιλότης, ὑγρότης, δεξιότης, δεξίωσις, ἐπιξένωσις, κατανθρωπισμός, ξείνια, ξενοσύνη, ξεινοσύνη, ξενία, ξένια, ξενίη, ξένισις, ξενόστασις, τὰ ξείνια, τὰ ξένια, τὸ ξενοδόχον, ὑποδοχή, φιλοξενία, φιλοξενίη
φιλότης, ὑγρότης, δεξιότης, δεξίωσις, ἐπιξένωσις, κατανθρωπισμός, ξείνια, ξενοσύνη, ξεινοσύνη, ξενία, ξένια, ξενίη, ξένισις, ξενόστασις, τὰ ξείνια, τὰ ξένια, τὸ ξενοδόχον, ὑποδοχή, φιλοξενία, φιλοξενίη