ἀλαμπία

English (LSJ)

ἡ, Pythagorean name for one, Theol.Ar.6.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
falta de claridad entre los pitagóricos como epít. del número 1, Nicom. en Phot.Bibl.143a.27, Theol.Ar.6.

German (Pape)

[Seite 89] ἡ, Lichtlosigkeit, Phot. bibl. cod. 187.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλαμπία: ἡ, ἔλλειψις φωτός, λάμψεως, Θεολ. Ἀριθ. 6, 19, Φώτ.

Greek Monolingual

η (Μ ἀλαμπία) ἀλαμπής
έλλειψη φωτός ή λάμψης.