ἀμέλαθρον, houseless, Man.4.113.
-ον sin hogar βροτοί Man.4.113.
[Seite 121] ohne Haus, Maneth. 4, 43. 113.
ἀμέλαθρος: -ον, = ἄνευ μελάθρου, ἄοικος, Μανέθ. 4. 113.