ἀποτέλεσις

English (LSJ)

-εως, ἡ,
A production, ὑγρασίας Epicur.Ep.2p.50U., cf. Theol.Ar.44.
2 Astrol., influence, Paul.Al.F.1.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 producción ὑγρασίας Epicur.Ep.[3] 108, τῶν περὶ γῆν ἀποτελεσμάτων Theol.Ar.44.
2 astrol. influencia Paul.Al.29.5.

German (Pape)

[Seite 330] ἡ, die Vollendung, Epicur. bei Diog. L. 10, 108.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποτέλεσις: -εως, ἡ, τελείωσις, συμπλήρωσις, Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10.108.

Russian (Dvoretsky)

ἀποτέλεσις: εως ἡ завершение Diog. L.