ἐκθυσία

English (LSJ)

ἡ, = ἔκθυσις I, Vett.Val.183.26(pl.), Zos.2.1.2(pl.):—written ἐχθυσία, IG11(2).142.59(Delos, iv B.C.).

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
• Grafía: graf. ἐχθ- IG 11(2).142.59 (Delos IV a.C.)
sacrificio expiatorio, expiación εἰς ἐχθυσίαν τῷ Ἀπόλλωνι ἀρήν IG l.c., δι' ἐκθυσιῶν ... τὸ θεῖον ἐξιλεοῦτο Zos.2.1, cf. Vett.Val.174.12.

German (Pape)

[Seite 761] ἡ, Sühnopfer, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκθῠσία: ἡ, = ἔκθυσις Ι, Ζώσιμ. 2. 1, 6.

Greek Monolingual

ἐκθυσία, η (Α)
εξιλαστήρια θυσία, εξιλέωση.