ἐκρινέω

English (LSJ)

(ῥίνη) file away, consume, τὴν καρδίαν Alciphr.3.33.

Spanish (DGE)

consumir τὴν καρδίαν Alciphr.2.31.1, en v. pas. ἐκρινηθῆναι τοῖς πόθοις Alciphr.3.31.2.

German (Pape)

[Seite 778] ausfeilen, übertr., καρδίαν, nagen, Alciphr. 3, 33.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκρῑνέω: ῥινίζω, μεταφ. καταναλίσκω, τρώγω, ἄχρι τοῦ καὶ αὐτὴν ἐκρινῆσαι τὴν καρδίαν Ἀλκίφρων 3. 33.