Adv. = ἐνάκις, v.l. in Nicom.Harm.8.
[Seite 847] Sp. = ἐνάκις.
ἐννεάκις: = ἐν(ν)άκις.
ἐννεάκις: Ἐπίρρ. = ἐνάκις, Νικομάχ. Γερασ. Ἐγχειρ. Ἁρμ. 16.
(AM ἐννεάκις, Α και ἐνάκις) εννέαεπίρρ. εννέα φορές.