ἱμάντιον

English (LSJ)

τό, Dim. of ἱμάς,
A strap, Id.Mochl.41.
II = ἱμάς II, Aret.SA1.8.

Greek (Liddell-Scott)

ἱμάντιον: τό, = ἱμάντωσις ΙΙΙ, Ἱππ. Μοχλ. 868, Ἀρετ. π. Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 1. 8.

Greek Monolingual

ἱμάντιον, τὸ (Α) ιμάς
η επιγλωττίδα, η σταφυλή.