ἴμμεναι
English (LSJ)
German (Pape)
[Seite 1253] = ἰέναι, Il. 20, 365.
French (Bailly abrégé)
c. ἴμεναι.
Russian (Dvoretsky)
Greek (Liddell-Scott)
ἴμμεναι: ποιητ. ἀντὶ τοῦ ἴμεναι, ἰέναι, ἀπαρ. τοῦ εἶμι.
English (Autenrieth)
see εἶμι.
[Seite 1253] = ἰέναι, Il. 20, 365.
c. ἴμεναι.
ἴμμεναι: ποιητ. ἀντὶ τοῦ ἴμεναι, ἰέναι, ἀπαρ. τοῦ εἶμι.
see εἶμι.