f.l. for ὀτοτοῖ. ὅτῳ, Att. dat. of ὅστις.
[Seite 406] = ὀτοτοῖ
fausse leçon pour ὀτοτοῖ.
ὀττοτοῖ: ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ ὀτοτοῖ.
ὀττοτοῖ (Α)βλ. οτοτοί.