ῥεφανίς

English (LSJ)

v. ῥαφανίς, ῥέφανος, ῥάφανος.

German (Pape)

[Seite 838] ἡ, ion. = ῥαφανίς, als v.l. Arist. probl. 9, 6.

Greek Monolingual

-ῖδος, ή, Α
βλ. ραφανίδα.