ἑλκυσμός: Difference between revisions

11
(big3_14b)
(11)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br /><b class="num">1</b> [[atracción]], [[atractivo]] φανταστικὸν δέ ἐστι [[διάκενος]] [[ἑλκυσμός]] lo fantástico es una atracción vacía de contenido</i> Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.22, cf. Nemes.<i>Nat.Hom</i>.6, <λογισμοὶ> ἑλκυσμοὺς καὶ σπασμοὺς ἐνδιδόντες Ph.1.151.<br /><b class="num">2</b> [[acción de arrastrar]], [[arrastre]] τοῦ Ἕκτορος Phot.α 2835, Eust.1276.1, 17, como una forma de tortura, Chrys.M.58.591, c. gen. τοῦ δίφρου Anon.<i>Fig</i>.156.23, ἐν τῇ πορείᾳ καὶ τῷ ἑλκυσμῷ τοῦ σώματος ref. a una serpiente, Sch.Nic.<i>Th</i>.161, cf. Aq.<i>Ex</i>.19.13; cf. [[ἑλκηθμός]], [[ἑλκυθμός]].
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br /><b class="num">1</b> [[atracción]], [[atractivo]] φανταστικὸν δέ ἐστι [[διάκενος]] [[ἑλκυσμός]] lo fantástico es una atracción vacía de contenido</i> Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.22, cf. Nemes.<i>Nat.Hom</i>.6, <λογισμοὶ> ἑλκυσμοὺς καὶ σπασμοὺς ἐνδιδόντες Ph.1.151.<br /><b class="num">2</b> [[acción de arrastrar]], [[arrastre]] τοῦ Ἕκτορος Phot.α 2835, Eust.1276.1, 17, como una forma de tortura, Chrys.M.58.591, c. gen. τοῦ δίφρου Anon.<i>Fig</i>.156.23, ἐν τῇ πορείᾳ καὶ τῷ ἑλκυσμῷ τοῦ σώματος ref. a una serpiente, Sch.Nic.<i>Th</i>.161, cf. Aq.<i>Ex</i>.19.13; cf. [[ἑλκηθμός]], [[ἑλκυθμός]].
}}
{{grml
|mltxt=ο (AM [[ἑλκυσμός]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η απαραίτητη ελκτική [[δύναμη]] για να κινηθεί ένα όχημα, ρυμούλκια<br /><b>2.</b> η ροή τών αερίων καύσης [[μέσα]] από καπνοδόχο<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> [[έλξη]], [[τράβηγμα]]<br /><b>2.</b> [[απαγωγή]].
}}
}}