3,258,372
edits
(7) |
(3) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (Α [[βουκέφαλος]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει μεγάλο [[κεφάλι]], ο [[κεφάλας]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>επίθ.</b> [[άλογο]] της Θεσσαλίας με μεγάλο [[κεφάλι]]<br /><b>2.</b> <b>ως ουσ.</b> το [[βουκέφαλον]]. | |mltxt=ο (Α [[βουκέφαλος]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει μεγάλο [[κεφάλι]], ο [[κεφάλας]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>επίθ.</b> [[άλογο]] της Θεσσαλίας με μεγάλο [[κεφάλι]]<br /><b>2.</b> <b>ως ουσ.</b> το [[βουκέφαλον]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''βουκέφᾰλος:''' -ον ([[κεφαλή]]), αυτός που έχει [[κεφάλι]] βοδιού· επίθ. των Θεσσαλικών αλόγων, σε Αριστοφ.· [[Βουκεφάλας]], γεν. <i>-α</i>, το [[άλογο]] του Μεγάλου Αλεξάνδρου, σε Πλούτ. | |||
}} | }} |