3,274,159
edits
(28) |
(5) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ὀκρυόεις]], -εσσα, -εν (Α)<br /><b>1.</b> [[ψυχρός]], [[παγερός]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[τρομερός]], [[φοβερός]] («πολέμου... ἐπιδημίου ὀκρυόεντος», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για λ. που έχει προέλθει από [[κακό]] χωρισμό τών λέξεων στη φρ. <i>ἐπιδημίοο κρυόεντος</i>, στίχου της Ιλ. Ο τ. πιθ. σχηματίστηκε κατ' [[επίδραση]] της ομόηχης λ. [[ὀκριόεις]]. | |mltxt=[[ὀκρυόεις]], -εσσα, -εν (Α)<br /><b>1.</b> [[ψυχρός]], [[παγερός]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[τρομερός]], [[φοβερός]] («πολέμου... ἐπιδημίου ὀκρυόεντος», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για λ. που έχει προέλθει από [[κακό]] χωρισμό τών λέξεων στη φρ. <i>ἐπιδημίοο κρυόεντος</i>, στίχου της Ιλ. Ο τ. πιθ. σχηματίστηκε κατ' [[επίδραση]] της ομόηχης λ. [[ὀκριόεις]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ὀκρυόεις:''' -εσσα, -εν, αντί [[κρυόεις]], με <i>ευφωνικό ο</i>, = <i>κρυρεός</i>, [[ψυχρός]], [[παγερός]], [[τρομακτικός]], σε Ομήρ. Ιλ. | |||
}} | }} |