ἕκητι: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἕκητι:''' Δωρ. και Αττ. ἕκᾰτι·<br /><b class="num">I.</b> μέσω, διαμέσου, εξαιτίας, με την [[αρωγή]], με τη [[βοήθεια]], Διὸς [[ἕκητι]], σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[ἕνεκα]], εξαιτίας, για λογαριασμό, [[χάριν]], σε Τραγ.· επίσης, ως προς, Λατ. [[quod]] attinet ad, σε Αισχύλ., Ευρ.
|lsmtext='''ἕκητι:''' Δωρ. και Αττ. ἕκᾰτι·<br /><b class="num">I.</b> μέσω, διαμέσου, εξαιτίας, με την [[αρωγή]], με τη [[βοήθεια]], Διὸς [[ἕκητι]], σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[ἕνεκα]], εξαιτίας, για λογαριασμό, [[χάριν]], σε Τραγ.· επίσης, ως προς, Λατ. [[quod]] attinet ad, σε Αισχύλ., Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἕκητι:''' дор.-поэт. [[ἕκατι|ἕκᾱτι]] praep. [[cum]] gen.<br /><b class="num">1)</b> по милости, по воле ([[Διός]] Hom.; Παλλάδος καὶ Λοξίου Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> из-за, по поводу (κεδνῶν πραγμάτων Aesch.; ἔργου [[τοῦδε]] Soph.; γάμων ἕ. τῶν Ἰάσονος Eur.);<br /><b class="num">3)</b> что касается: πλήθους ἕ. Aesch. что касается количества; [[ἐμεῦ]] μὲν ἕ. Anth. что до меня, по мне (хоть …).
}}
}}