εὐεργέτης: Difference between revisions

2b
(4)
(2b)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὐεργέτης:''' -ου, ὁ (*[[ἔργω]]),<br /><b class="num">1.</b> αυτός που κάνει καλό, αυτός που ωφελεί, σε Σοφ.· <i>τινί</i>, σε κάποιον, σε Ηρόδ., Ευρ.· συνηθέστερα, <i>τινός</i>, στον ίδ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[τιμητικός]] [[τίτλος]] που απονέμονταν σε ανθρώπους που είχαν προσφέρει κάποια [[υπηρεσία]], κάποιο [[ευεργέτημα]] στην πόλη, <i>εὐ. βασιλέος ἀνεγράφη</i>, καταχωρήθηκε, σημειώθηκε στα βιβλία ως [[ευεργέτης]], [[δωρητής]] του βασιλιά, στον ίδ.· ομοίως, σε Ξεν. κ.λπ.
|lsmtext='''εὐεργέτης:''' -ου, ὁ (*[[ἔργω]]),<br /><b class="num">1.</b> αυτός που κάνει καλό, αυτός που ωφελεί, σε Σοφ.· <i>τινί</i>, σε κάποιον, σε Ηρόδ., Ευρ.· συνηθέστερα, <i>τινός</i>, στον ίδ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[τιμητικός]] [[τίτλος]] που απονέμονταν σε ανθρώπους που είχαν προσφέρει κάποια [[υπηρεσία]], κάποιο [[ευεργέτημα]] στην πόλη, <i>εὐ. βασιλέος ἀνεγράφη</i>, καταχωρήθηκε, σημειώθηκε στα βιβλία ως [[ευεργέτης]], [[δωρητής]] του βασιλιά, στον ίδ.· ομοίως, σε Ξεν. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''εὐεργέτης:''' ου ὁ<b class="num">1)</b> (тж. εὐ. [[ἀνήρ]] Pind.) оказывающий услуги или благодеяния (τινί Her., Eur. и τινός Eur., Plat., Arst.; ὑπερτιμᾶν τινα ὡς εὐεργέτην Soph.): τίς ἂν γένοιτο τῆσδε γῆς εὐ.; Eur., кто (из вас) окажет услугу этой стране?;<br /><b class="num">2)</b> носящий звание «благодетеля» (с присвоением которого связывались определенные права и преимущества; ср. [[εὐεργεσία]]<br /><b class="num">3)</b> ([[μέγιστος]] εὐ. παρ᾽ ἐμοὶ ἀναγεγράψει Plat.).
}}
}}