3,274,729
edits
(5) |
(2b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἱπποτρόφος:''' -ον ([[τρέφω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που εκτρέφει άλογα, αυτός που διατηρεί άφθονα άλογα, σε Ησίοδ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για πρόσωπα, αυτός που σιτίζει άλογα και τα διατηρεί για [[συμμετοχή]] τους σε ιπποδρομικούς αγώνες, σε Δημ., Πλούτ. | |lsmtext='''ἱπποτρόφος:''' -ον ([[τρέφω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που εκτρέφει άλογα, αυτός που διατηρεί άφθονα άλογα, σε Ησίοδ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για πρόσωπα, αυτός που σιτίζει άλογα και τα διατηρεί για [[συμμετοχή]] τους σε ιπποδρομικούς αγώνες, σε Δημ., Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἱπποτρόφος:''' <b class="num">1)</b> питающий лошадей, изобилующий пастбищами для коней ([[Θρῄκη]] Hes.; [[Ἄργος]], [[ἄστυ]] Pind.);<br /><b class="num">2)</b> разводящий (преимущ. рысистых) лошадей, занимающийся коневодством Dem., Plut. | |||
}} | }} |