3,273,293
edits
(35) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ῥαβδίζω]] ΝΜΑ [[ῥάβδος]]<br /><b>1.</b> [[χτυπώ]] κάποιον με ράβδο, [[δέρνω]] με το [[ραβδί]], [[ξυλοκοπώ]]<br /><b>2.</b> (σχετικά με δέντρα) [[ρίχνω]] [[κάτω]] τους καρπούς τινάζοντας ή χτυπώντας τα κλαδιά με ειδική ράβδο, τη [[ραβδιστήρα]] («ῥαβδίζειν ἐλάας», θεόφρ.)<br /><b>3.</b> (σχετικά με [[σιτηρά]]) [[αποχωρίζω]] τους καρπούς τών σιτηρών από τα άχυρα χτυπώντας τα με [[ραβδί]]. | |mltxt=[[ῥαβδίζω]] ΝΜΑ [[ῥάβδος]]<br /><b>1.</b> [[χτυπώ]] κάποιον με ράβδο, [[δέρνω]] με το [[ραβδί]], [[ξυλοκοπώ]]<br /><b>2.</b> (σχετικά με δέντρα) [[ρίχνω]] [[κάτω]] τους καρπούς τινάζοντας ή χτυπώντας τα κλαδιά με ειδική ράβδο, τη [[ραβδιστήρα]] («ῥαβδίζειν ἐλάας», θεόφρ.)<br /><b>3.</b> (σχετικά με [[σιτηρά]]) [[αποχωρίζω]] τους καρπούς τών σιτηρών από τα άχυρα χτυπώντας τα με [[ραβδί]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ῥαβδίζω:''' бить палкой или розгой, сечь (τινά Arph.; τρὶς ῥαβδισθῆναι NT). | |||
}} | }} |