3,271,376
edits
(6) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σεσοφισμένως:''' επίρρ. από μτχ. Παθ. παρακ. <i>σεσόφισμαι</i>, με δόλο, με [[πανουργία]], με τον τρόπο των σοφιστών, σε Ξεν. | |lsmtext='''σεσοφισμένως:''' επίρρ. από μτχ. Παθ. παρακ. <i>σεσόφισμαι</i>, με δόλο, με [[πανουργία]], με τον τρόπο των σοφιστών, σε Ξεν. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σεσοφισμένως:''' adv. хитро, ловко Xen. | |||
}} | }} |