σεσοφισμένως: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σεσοφισμένως:''' επίρρ. από μτχ. Παθ. παρακ. <i>σεσόφισμαι</i>, με δόλο, με [[πανουργία]], με τον τρόπο των σοφιστών, σε Ξεν.
|lsmtext='''σεσοφισμένως:''' επίρρ. από μτχ. Παθ. παρακ. <i>σεσόφισμαι</i>, με δόλο, με [[πανουργία]], με τον τρόπο των σοφιστών, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''σεσοφισμένως:''' adv. хитро, ловко Xen.
}}
}}