3,258,334
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές (AM [[ζωαρκής]], -ές)<br /><b>1.</b> [[επαρκής]] στη ζωή, αυτός που βοηθεί στη [[διατήρηση]] της ζωής, αυτός που αναφέρεται στη [[ζωάρκεια]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ζωαρκῆ</i><br />η [[ζωάρκεια]], τα χρήσιμα ή απαραίτητα για τη [[συντήρηση]] της ζωής, τα επαρκή για τη ζωή<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που δίνει ζωή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>αρκής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[αρκώ]]), | |mltxt=-ές (AM [[ζωαρκής]], -ές)<br /><b>1.</b> [[επαρκής]] στη ζωή, αυτός που βοηθεί στη [[διατήρηση]] της ζωής, αυτός που αναφέρεται στη [[ζωάρκεια]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ζωαρκῆ</i><br />η [[ζωάρκεια]], τα χρήσιμα ή απαραίτητα για τη [[συντήρηση]] της ζωής, τα επαρκή για τη ζωή<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που δίνει ζωή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>αρκής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[αρκώ]]), [[πρβλ]]. <i>επ</i>-<i>αρκής</i>, <i>ολιγ</i>-<i>αρκής</i>]. | ||
}} | }} |