Anonymous

ζωαρκής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10"
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. , ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές (AM [[ζωαρκής]], -ές)<br /><b>1.</b> [[επαρκής]] στη ζωή, αυτός που βοηθεί στη [[διατήρηση]] της ζωής, αυτός που αναφέρεται στη [[ζωάρκεια]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ζωαρκῆ</i><br />η [[ζωάρκεια]], τα χρήσιμα ή απαραίτητα για τη [[συντήρηση]] της ζωής, τα επαρκή για τη ζωή<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που δίνει ζωή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>αρκής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[αρκώ]]), [[πρβλ]]. <i>επ</i>-<i>αρκής</i>, <i>ολιγ</i>-<i>αρκής</i>].
|mltxt=-ές (AM [[ζωαρκής]], -ές)<br /><b>1.</b> [[επαρκής]] στη ζωή, αυτός που βοηθεί στη [[διατήρηση]] της ζωής, αυτός που αναφέρεται στη [[ζωάρκεια]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ζωαρκῆ</i><br />η [[ζωάρκεια]], τα χρήσιμα ή απαραίτητα για τη [[συντήρηση]] της ζωής, τα επαρκή για τη ζωή<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που δίνει ζωή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>αρκής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[αρκώ]]), [[πρβλ]]. [[επαρκής]], [[ολιγαρκής]]].
}}
}}