χρυσοτόρευτος: Difference between revisions

m
Text replacement - " ," to ","
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - " ," to ",")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χρῡσοτόρευτος''': -ον, πεποικιλμένος διὰ χρυσοῦ, Ἑβδ. (Ἔξ. ΚΕ΄ , 18)· «χρυσοτόρευτα· χρυσόγλυφα» Ἡσυχ., πρβλ. Σουΐδ. καὶ Κύριλλ. ἐν λέξει.
|lstext='''χρῡσοτόρευτος''': -ον, πεποικιλμένος διὰ χρυσοῦ, Ἑβδ. (Ἔξ. ΚΕ΄, 18)· «χρυσοτόρευτα· χρυσόγλυφα» Ἡσυχ., πρβλ. Σουΐδ. καὶ Κύριλλ. ἐν λέξει.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />κατεργασμένος, στολισμένος με χρυσό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>τόρευτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τορεύω]]), [[πρβλ]]. <i>χαλκο</i>-<i>τόρευτος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br />κατεργασμένος, στολισμένος με χρυσό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>τόρευτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τορεύω]]), [[πρβλ]]. <i>χαλκο</i>-<i>τόρευτος</i>].
}}
}}