3,273,773
edits
m (Text replacement - "Ἡρακλ" to "Ἡρακλ") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''θάομαι''': ἀόρ. ἐθησάμην, ἀποθ. (Ἐκ. √ΘΑϜ παράγονται [[ὡσαύτως]] Δωρ. θᾶμια, θαέομαι, (Ἰων. θηέομαι), θεάομαι, (ὃ ἴδε), θέα, θέατρον, θεωρός, θαῦμα· πρβλ. Σλαυ. divesa (θαυμάσια), Λιθ. dýv-as ([[θαῦμα]]), κτλ.) Θαυμάζω [[πρός]] τι, ἐκπλήττομαι, ἄμβροτα δῶρα δίδου ἵνα μιν θησαίατ’ Ἀχαιοὶ Ὀδ. Σ. 191. 2) βραδύτερον, [[βλέπω]] ἀτενῶς, θεῶμαι, συνήθ. τὸ πλεῖστον ἐν τῇ Δωρ. διαλ., α΄ πληθ. θάμεθα Σώφρων 42 Ahr.· β’ πληθ. θᾶσθε (Μεγαρ.) Ἀριστοφ. Ἀχ. 770· προστ. [[θάεο]] Ἀνθ. Πλαν. 306· θασεῖσθε ἀναγιγνωσκόμ. ὑπὸ τοῦ Σχολ. ἐν Καλλ. εἰς Ἄρτ. 3· μετοχ. μέλλ. θασόμενος Θεόκρ. 15. 23· ἀόρ. προστ. [[θᾶσαι]], Ἐπίχ. 78 Ahr., Ἀριστοφ. Θεσμ. 280, Θεόκρ. 1. 149., 3. 12· ἀπαρ. θάσασθαι Θεόκρ. 2. 72· μετοχ. θασάμενος Πίν. | |lstext='''θάομαι''': ἀόρ. ἐθησάμην, ἀποθ. (Ἐκ. √ΘΑϜ παράγονται [[ὡσαύτως]] Δωρ. θᾶμια, θαέομαι, (Ἰων. θηέομαι), θεάομαι, (ὃ ἴδε), θέα, θέατρον, θεωρός, θαῦμα· πρβλ. Σλαυ. divesa (θαυμάσια), Λιθ. dýv-as ([[θαῦμα]]), κτλ.) Θαυμάζω [[πρός]] τι, ἐκπλήττομαι, ἄμβροτα δῶρα δίδου ἵνα μιν θησαίατ’ Ἀχαιοὶ Ὀδ. Σ. 191. 2) βραδύτερον, [[βλέπω]] ἀτενῶς, θεῶμαι, συνήθ. τὸ πλεῖστον ἐν τῇ Δωρ. διαλ., α΄ πληθ. θάμεθα Σώφρων 42 Ahr.· β’ πληθ. θᾶσθε (Μεγαρ.) Ἀριστοφ. Ἀχ. 770· προστ. [[θάεο]] Ἀνθ. Πλαν. 306· θασεῖσθε ἀναγιγνωσκόμ. ὑπὸ τοῦ Σχολ. ἐν Καλλ. εἰς Ἄρτ. 3· μετοχ. μέλλ. θασόμενος Θεόκρ. 15. 23· ἀόρ. προστ. [[θᾶσαι]], Ἐπίχ. 78 Ahr., Ἀριστοφ. Θεσμ. 280, Θεόκρ. 1. 149., 3. 12· ἀπαρ. θάσασθαι Θεόκρ. 2. 72· μετοχ. θασάμενος Πίν. Ἡρακλ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 5774. 118. II. τὸ ἐνεργ. α΄ πληθ. τοῦ παρατ. ἔσᾱμεν (δηλ. ἔθᾱμεν) = ἐθεωροῦμεν, παρὰ τοῖς Λάκωσιν, Ἡσύχ. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |