χρῆσις: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}]+), ([\p{Cyrillic}]+) (\()" to "$1 $2, $3 $4")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1375.png Seite 1375]] ἡ, 1) Gebrauch, Benutzung; ὅπλων κτῆσιν καὶ χρῆσιν διδαξόμενοι Plat. Menex. 238 b; ἡ [[δικαιοσύνη]] ἐν μὲν χρήσει [[ἄχρηστος]], ἐν δὲ ἀχρηστίᾳ [[χρήσιμος]] Rep. I, 333 b; τῆς ἵππου [[οὐδεμία]] [[χρῆσις]] ἦν, man konnte von der Reiterei keinen Gebrauch machen, Thuc. 7, 5; αἱ ἐς τὰ πολεμικὰ χρήσεις Xen. Cyr. 8, 5,7; ἐν μὲν προσθήκης μέρει ῥοπήν τινα ἔχει καὶ χρῆσιν, Nutzen, Dem. 11, 8; Brauchbarkeit, ἀνέμων πλείστα [[χρῆσις]] ἀνθρώποις Pind. Ol. 11, 2, vgl. N. 1, 30. – Der Umgang, neben [[οἰκειότης]], Isocr. ep. 2, 4; αἱ [[οἴκοι]] χρήσεις 19, 11, vom Umgange mit einer Frau, der Beischlaf. – Bei den Gramm. Beweisstelle eines Schriftstellers, bes. zur Feststellung des Sprachgebrauchs. – 2) das Orakel, Pind. Ol. 13, 73. – 3) das Leihen, Pol. 32, 9,4.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1375.png Seite 1375]] ἡ, 1) Gebrauch, Benutzung; ὅπλων κτῆσιν καὶ χρῆσιν διδαξόμενοι Plat. Menex. 238 b; ἡ [[δικαιοσύνη]] ἐν μὲν χρήσει [[ἄχρηστος]], ἐν δὲ ἀχρηστίᾳ [[χρήσιμος]] Rep. I, 333 b; τῆς ἵππου [[οὐδεμία]] [[χρῆσις]] ἦν, man konnte von der Reiterei keinen Gebrauch machen, Thuc. 7, 5; αἱ ἐς τὰ πολεμικὰ χρήσεις Xen. Cyr. 8, 5,7; ἐν μὲν προσθήκης μέρει ῥοπήν τινα ἔχει καὶ χρῆσιν, Nutzen, Dem. 11, 8; Brauchbarkeit, ἀνέμων πλείστα [[χρῆσις]] ἀνθρώποις Pind. Ol. 11, 2, vgl. N. 1, 30. – Der Umgang, neben [[οἰκειότης]], Isocr. ep. 2, 4; αἱ [[οἴκοι]] χρήσεις 19, 11, vom Umgange mit einer Frau, der Beischlaf. – Bei den Gramm. Beweisstelle eines Schriftstellers, bes. zur Feststellung des Sprachgebrauchs. – 2) das Orakel, Pind. Ol. 13, 73. – 3) das Leihen, Pol. 32, 9,4.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> action de se servir de, usage, emploi ; <i>particul.</i> commerce habituel, relations ; commerce intime, relations intimes;<br /><b>2</b> utilité.<br />'''Étymologie:''' [[χράομαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χρῆσις''': -εως, ἡ, ([[χράομαι]]) ὡς καὶ νῦν, [[μεταχείρισις]], ἡ χρησιμοποίησις, ἀνέμων Πινδ. Ο. 10 (11). 2· [[μεταχείρισις]], ἄσκησις, Ἱππ. περὶ Ἀρχ. Ἰητρ. 9· ἐν τῷ πληθ., χρήσεις, πλεονεκτήματα, ὁ αὐτ. ἐν Ν. 1. 43· αἱ ἐς τὰ πολεμικὰ χρήσεις Ξεν. Κύρ. 8. 5, 7· αἱ πολιτικαὶ χρήσεις Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 7, 15· - ἀντίθετον τῷ [[κτῆσις]], Πλάτ. Μενέξ. 238Β, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 1. 8, 9, κ. ἀλλαχ.· τῷ [[πώλησις]], Ξεν. Οἰκ. 3, 9· πρβλ. [[χράομαι]] ἐν τέλ. 2) [[δύναμις]] ἢ μέσα πρὸς χρῆσιν, [[χρησιμότης]], Θουκ. 7. 5· ἀντίθετον τῷ [[ἀχρηστία]], Πλάτ. Πολ. 333D· ἐς χρῆσιν κρατύνεσθαι, [[ὥστε]] νὰ γείνῃ τις [[χρήσιμος]], [[ὠφέλιμος]], Ἱππ. π. Ἄρθρ. 796· ἔχω χρῆσιν, εἶμαι [[χρήσιμος]], [[ὠφέλιμος]], Δημ. 154. 18. 3) στενὴ [[σχέσις]], [[συνήθεια]], Λατιν. usus, Ἰσοκρ. 409C· ἡ χρ. ἡ πρὸς ἀλλήλους Ἀριστ. Πολιτ. 2. 9, 6· αἱ [[οἴκοι]] χρήσεις, δηλ. σαρκικὴ [[συνουσία]] μετὰ γυναικός, Ἰσοκρ. 386C· ἡ χρ. τῶν ἀφροδισίων Πλάτ. Νόμ. 841Α, Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 7. 1, 8· αἱ πρὸς τὸν ἄνδρα χρ., ἐπὶ γυναικῶν, [[αὐτόθι]] 10. 4, 3, πρβλ. Πολ. 2. 4, 2, Ἐπιστ. πρὸς Ρωμ. α΄, 26. 4) παρὰ τοῖς γραμματικ., [[χωρίον]] τὸ ὁποῖον μνημονεύεται ὡς [[παράδειγμα]] ἔγκυρον ἰδιαιτέρας τινὸς χρήσεως τῶν λέξεων, Διον. Ἁλ. Τέχνη Ρητορ. 4 (ἕτεροι γράφουσι ῥήσει), πρβλ. Hemst. εἰς Ἀριστοφ. Πλ. σ. 226. - [[συνήθης]] [[τρόπος]] συντάξεως, ἐπὶ τῶν λέξεων, ἡ ἐξαλλαγὴ τῆς συνήθους χρήσεως Διον. Ἁλ. πρὸς Ἀμμών. 2. 3. ΙΙ. ([[χράω]] (Γ). Α), [[ἀπόκρισις]] μαντείου, [[χρησμός]], ἀπὸ κείνου χρήσιος, κατὰ τὸν χρησμὸν ἐκείνου, Πινδ. Ο. 13. 108. ΙΙΙ. ([[χράω]] (Γ). Β), τὸ δανείζειν, [[δάνειον]], Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 5. 2, 13, Πολύβ. 32. 9, 4, πρβλ. Ψευδοκωκυλ. 100.
|lstext='''χρῆσις''': -εως, ἡ, ([[χράομαι]]) ὡς καὶ νῦν, [[μεταχείρισις]], ἡ χρησιμοποίησις, ἀνέμων Πινδ. Ο. 10 (11). 2· [[μεταχείρισις]], ἄσκησις, Ἱππ. περὶ Ἀρχ. Ἰητρ. 9· ἐν τῷ πληθ., χρήσεις, πλεονεκτήματα, ὁ αὐτ. ἐν Ν. 1. 43· αἱ ἐς τὰ πολεμικὰ χρήσεις Ξεν. Κύρ. 8. 5, 7· αἱ πολιτικαὶ χρήσεις Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 7, 15· - ἀντίθετον τῷ [[κτῆσις]], Πλάτ. Μενέξ. 238Β, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 1. 8, 9, κ. ἀλλαχ.· τῷ [[πώλησις]], Ξεν. Οἰκ. 3, 9· πρβλ. [[χράομαι]] ἐν τέλ. 2) [[δύναμις]] ἢ μέσα πρὸς χρῆσιν, [[χρησιμότης]], Θουκ. 7. 5· ἀντίθετον τῷ [[ἀχρηστία]], Πλάτ. Πολ. 333D· ἐς χρῆσιν κρατύνεσθαι, [[ὥστε]] νὰ γείνῃ τις [[χρήσιμος]], [[ὠφέλιμος]], Ἱππ. π. Ἄρθρ. 796· ἔχω χρῆσιν, εἶμαι [[χρήσιμος]], [[ὠφέλιμος]], Δημ. 154. 18. 3) στενὴ [[σχέσις]], [[συνήθεια]], Λατιν. usus, Ἰσοκρ. 409C· ἡ χρ. ἡ πρὸς ἀλλήλους Ἀριστ. Πολιτ. 2. 9, 6· αἱ [[οἴκοι]] χρήσεις, δηλ. σαρκικὴ [[συνουσία]] μετὰ γυναικός, Ἰσοκρ. 386C· ἡ χρ. τῶν ἀφροδισίων Πλάτ. Νόμ. 841Α, Ἀριστ. περὶ τὰ Ζ. Ἱστ. 7. 1, 8· αἱ πρὸς τὸν ἄνδρα χρ., ἐπὶ γυναικῶν, [[αὐτόθι]] 10. 4, 3, πρβλ. Πολ. 2. 4, 2, Ἐπιστ. πρὸς Ρωμ. α΄, 26. 4) παρὰ τοῖς γραμματικ., [[χωρίον]] τὸ ὁποῖον μνημονεύεται ὡς [[παράδειγμα]] ἔγκυρον ἰδιαιτέρας τινὸς χρήσεως τῶν λέξεων, Διον. Ἁλ. Τέχνη Ρητορ. 4 (ἕτεροι γράφουσι ῥήσει), πρβλ. Hemst. εἰς Ἀριστοφ. Πλ. σ. 226. - [[συνήθης]] [[τρόπος]] συντάξεως, ἐπὶ τῶν λέξεων, ἡ ἐξαλλαγὴ τῆς συνήθους χρήσεως Διον. Ἁλ. πρὸς Ἀμμών. 2. 3. ΙΙ. ([[χράω]] (Γ). Α), [[ἀπόκρισις]] μαντείου, [[χρησμός]], ἀπὸ κείνου χρήσιος, κατὰ τὸν χρησμὸν ἐκείνου, Πινδ. Ο. 13. 108. ΙΙΙ. ([[χράω]] (Γ). Β), τὸ δανείζειν, [[δάνειον]], Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 5. 2, 13, Πολύβ. 32. 9, 4, πρβλ. Ψευδοκωκυλ. 100.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> action de se servir de, usage, emploi ; <i>particul.</i> commerce habituel, relations ; commerce intime, relations intimes;<br /><b>2</b> utilité.<br />'''Étymologie:''' [[χράομαι]].
}}
}}
{{Slater
{{Slater