3,251,689
edits
(13_5) |
(6_6) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1420.png Seite 1420]] Töpfer sein, Töpferarbeit machen, Plat. Euthyd . 301 c u. öfter; auch pass., εἰ ἡ [[χύτρα]] κεκεραμευμένη εἴη ὑπ' ἀγαθοῦ κεραμέως Hipp. mai. 288 d, wie Ar. bei Ath. XI, 478 d. Uebertr. sagt Ar. Eccl. 252 τὰ τρύβλια κακῶς κεραμεύειν, τὴν δὲ πόλιν εὖ καὶ [[καλῶς]], von dem Demagogen Kephalos, dem Sohne eines Töpfers, er töpfert den Staat gut zusammen. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1420.png Seite 1420]] Töpfer sein, Töpferarbeit machen, Plat. Euthyd . 301 c u. öfter; auch pass., εἰ ἡ [[χύτρα]] κεκεραμευμένη εἴη ὑπ' ἀγαθοῦ κεραμέως Hipp. mai. 288 d, wie Ar. bei Ath. XI, 478 d. Uebertr. sagt Ar. Eccl. 252 τὰ τρύβλια κακῶς κεραμεύειν, τὴν δὲ πόλιν εὖ καὶ [[καλῶς]], von dem Demagogen Kephalos, dem Sohne eines Töpfers, er töpfert den Staat gut zusammen. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''κερᾰμεύω''': εἶμαι [[κεραμεύς]], [[ἐργάζομαι]] εἰς κατασκευὴν πηλίνων ἀγγείων, Φρύνιχ. Κωμ. ἐν «Κωμασταῖς» 1, Πλάτ., κλ. 2) μετ’ αἰτ., κ. κανθάρους, [[κατασκευάζω]] πήλινα ποτήρια, Ἐπιγέν. ἐν «Ἡρωΐνῃ» 1· τὰ τρύβλια κακῶς κ., τὴν δὲ πόλιν εὖ καὶ [[καλῶς]], περὶ τοῦ δημαγωγοῦ Κεφάλου, οὗ ὁ πατὴρ ἦτο [[κεραμεύς]], Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 253· καὶ ἐάν… τὸν κεραμέα κεραμεύσῃ, τὸν μεταχειρισθῇ ὡς ὕλην κεραμευτικήν, Πλάτ. Εὐθύδ. 301D. ― Μέσ., ἐκεραμεύσαντο… ποτήρια, κατεσκεύασαν, Φερεκρ. ἐν «Τυραννίδι» 1. | |||
}} | }} |