ῥαιβός: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_10)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥαιβός''': -ή, -όν, [[καμπύλος]], [[κυρτός]], [[μάλιστα]] ἐπὶ τῶν ἐχόντων τὰ σκέλη καμπύλα εἰς τὸ [[ἔνδον]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[βλαισός]] (ἴδε τὸ ἑπόμ.), τὸ ῥαιβὸν Ἀριστ. π. Σοφιστ. Ἐλέγχ. 31, 3· πρβλ. [[βλαισός]], [[ῥοικός]]· [[ὡσαύτως]], ῥ. γυῖα, βάσις Νικ. Θ. 801, Λυκόφρων 262· νηρῖται, [[δράκων]] ὁ αὐτ. 238, 917. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ῥαιβόν· ἐπικαμπές, τὸ μὴ ὀρθόν, καμπύλον, στρεβλόν, σκαμβόν». ― (Ὁ ἀρχικὸς [[τύπος]] φαίνεται ὅτι ἦτο ϝραγός, πρβλ. Λατ. valgus, Γοτθ. vraig ([[σκολιός]])· ― περὶ τῆς διφθόγγου πρβλ. √ΡΑΓ ([[ῥήγνυμι]]), [[ῥαίω]], εἰ αἱ δύο αὗται λέξεις [[ὄντως]] εἰσὶ συγγενεῖς).
|lstext='''ῥαιβός''': -ή, -όν, [[καμπύλος]], [[κυρτός]], [[μάλιστα]] ἐπὶ τῶν ἐχόντων τὰ σκέλη καμπύλα εἰς τὸ [[ἔνδον]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[βλαισός]] (ἴδε τὸ ἑπόμ.), τὸ ῥαιβὸν Ἀριστ. π. Σοφιστ. Ἐλέγχ. 31, 3· πρβλ. [[βλαισός]], [[ῥοικός]]· [[ὡσαύτως]], ῥ. γυῖα, βάσις Νικ. Θ. 801, Λυκόφρων 262· νηρῖται, [[δράκων]] ὁ αὐτ. 238, 917. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «ῥαιβόν· ἐπικαμπές, τὸ μὴ ὀρθόν, καμπύλον, στρεβλόν, σκαμβόν». ― (Ὁ ἀρχικὸς [[τύπος]] φαίνεται ὅτι ἦτο ϝραγός, πρβλ. Λατ. valgus, Γοτθ. vraig ([[σκολιός]])· ― περὶ τῆς διφθόγγου πρβλ. √ΡΑΓ ([[ῥήγνυμι]]), [[ῥαίω]], εἰ αἱ δύο αὗται λέξεις [[ὄντως]] εἰσὶ συγγενεῖς).
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> tortu, <i>particul.</i> cagneux;<br /><b>2</b> tortueux, recourbé.<br />'''Étymologie:''' [[ῥαίω]].
}}
}}