ἀποδίδωμι: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποδίδωμι''': [ῐ]: μέλλ. -δώσω: ― [[παραδίδω]] ἤ δίδω [[ὀπίσω]], [[ἐπιστρέφω]] τινί τι Ὅμ. καὶ Ἀττ.: [[κυρίως]], ἀνταποδίδω, [[ἀποτίνω]] τι ὀφειλόμενον, ὡς π.χ. χρέη, ποινάς, τιμήν, ὑποταγήν, κτλ., θρέπτρα φίλοις Ἰλ. Δ. 478· [[παρέχω]] ἱκανοποίησιν, πρὶν γ’ ἀπὸ πᾶσαν ἐμοὶ [[δόμεναι]] θυμαλγέα λώβην [ἐν τμήσει]Ἰλ. Ι. 387· ἀπ’ ἀμοιβήν τινι Θέογν. 1263· ἀπ. τὴν ὁμοίην τινὶἩρόδ. 4. 119· ἀλλὰ τὸ μόρσιμον ἀπέδωκεν, ἀπέδωκε τὸ ὀφειλόμενον εἰς τὴν Εἱμαρμένην, Πινδ. Ν. 7. 64· τὸ χρέοςἩρόδ. 2. 136· τὸν ναῦλονἈριστοφ. Βάτρ. 270· τὴν ζημίαν, τὴν καταδίκην Θουκ. 3. 70., 5. 50· εὐχὰς Ξεν. Ἀπομ. 2. 2, 10· ἀπ. [[ὀπίσω]] ἐς Ἡρακλείδας τὴν ἀρχὴνἩρ. 1. 13, κτλ. ― περὶ τῆς ἐπικρατήσεως τῆς πρώτης καὶ κυρίας ταύτης σημασίας τῆς λέξεως ἐν Ἀθήναις, δίελθε ὁλόκληρον τὸν λόγον τοῦ Δημοσθ. περὶ Ἁλοννήσου, πρβλ. Αἰσχίν. 65. 30· [[οὕτως]], ἀπ. χάριτας Λυσ. 189. 9· πρβλ. Θουκ. 3. 63· ἀπ. τι ἐς [[χάριν]], ἐς [[ὀφείλημα]] ὁ αὐτ. 2. 40· ἀπ. [[χάριν]] Ἰσοκρ. 131Β· [τὴν πόλιν] ἀπ. τοῖς ἐπιγιγνομένοις οἵανπερ παρὰ τῶν πατέρων παρελάβομεν Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 30: ― παθ., ἕως κ’ ἀπὸ πάντα δοθείη Ὀδ. Β. 78· ἀπ. [[μισθός]], χάριτες Ἀριστοφ. Ἱππ. 1066, Θουκ. 3. 63. 2) ὀρίζω, [[τάττω]], [[ἀπονέμω]], ταῖς γυναιξί μουσικήν Πλάτ. Πολ. 456Β· τὸ δίκαιον Ἀριστ. Ρητ. 1. 1, 7· τὸ πρὸς ἀλκὴν [[ὅπλον]] ἀπ. ἡ [[φύσις]] ὁ αὐτ. περὶ Ζ. Γεν. 3. 10, 6, κτλ. β) [[ἀναφέρω]] τι εἴς τινα ὡς ἀνῆκον εἰς τὸ [[ἔργον]] ἤ [[ὑπούργημα]] [[αὐτοῦ]], εἰς τοὺς κριτάς τὴν κρίσιν Πλάτ. Νόμ. 765Β· ἀπ. εἰς τὴν βουλὴν περὶ αὐτῶν, [[ἀναφέρω]] τὴν ὑπόθεσιν εἰς…, Ἰσοκρ. 372Β· πρβλ. Λυσ. 164. 7, κτλ. 3) ἀνταποδίδω, [[παράγω]], ἐπὶ καλλιεργουμένης γῆς, ἐπὶ διηκόσια μὲν τὸ [[παράπαν]] ἀποδιδοῖ, ἀποδίδει καρπόν [[διακοσιάκις]] περισσότερον,Ἡρόδ. 1. 193· ἀπέδωχ’ ὅσας ἄν κατέβαλε (ἐνν. κριθὰς) Μένανδ. ἐν «Γεωργῶ» 4: ― Ἐντεῦθεν [[ἴσως]] μεταφ., τὸ [[ἔργον]] ἀπ.Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 2. 6, 2· ἀπ. δάκρυ Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 489. 4) παραχωρῶ, [[ἐπιτρέπω]], μετ’ ἀπαρεμφ., ἀφίνω, [[ἐπιτρέπω]] τινὰ νὰ πράξῃ τι, ἀπ. τισι αὐτονομεῖσθαι Θουκ. 1. 144, πρβλ. 3. 36· εἰ δὲ τοῖς μὲν… ἐπιτάττειν ἀποδώσετε Δημ. 27. 1· ἀπ. κολάζειν ὁ αὐτ. 638· 6, πρβλ. Λυσ. 94. 36· ἀπ. τινι ζητεῖν Ἀριστ. Πολιτικ. 8. 7, 2, πρβλ. Ποιητ. 15. 10· ― [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ. πράγμ., ἀπ. ἀπολογίαν τινὶ, [[παρέχω]] εἴς τινα ἄδειαν νὰ ἀπολογηθῇ, Ἀνδοκ. 29. 16· [[οὕτως]], ὁ [[λόγος]] ἀπεδόθη αὐτοῖς, τὸ [[δικαίωμα]] τοῦ λόγου ἐδόθη, ἐπετράπη εἰς αὐτοὺς, Αἰσχίν. 61. 16. 5) μετ’ ἐπιθ. ὡς τὸ [[ἀποδείκνυμι]], καθιστῶ τι τοιοῦτον ἤ τοιοῦτον, ἀπ. τὴν τέρψιν βεβαιοτέραν Ἰσοκρ. 12Β· τέλειον ἀπ. τὸ [[τέκνον]] Ἀριστ. περὶ Ζ. Γεν. 2. 1, 23· δεῖ τὰς ἐνεργείας ποιὰς ἀποδιδόναι ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 2. 1, 8. β) ὡς τὸ [[ἀποδείκνυμι]], [[ὡσαύτως]], ἐπιδεικνύω, φανερώνω,τὴν ὑπάρχουσαν ἀρετὴν Ἀνδοκ. 14. 39· ἀπ. τὴν ἰδίαν μορφήν, [[ἐκφράζω]] αὐτὴν, ἐξηγοῦμαι αὐτὴν, Ἀριστ. Ποιητ. 15. 11. 6) [[παραδίδω]] εἴς τινα, ἤ χαρίζω (ἀλλ’ [[ἴσως]] [[ἐνταῦθα]] σημαίνει πωλῶ) ὡς δοῦλον, ἀποδώσειν τινὶ πέτρους μοχλεύειν, κτλ., Εὐρ. Κύκλ. 239· ἀπ. μιαρὸν τῷ χρόνῳ φῆναι Ἀντιφῶν 129. 14. 7) ἀπ. ἐπιστολήν, [[παραδίδω]] ἐπιστολήν, Θουκ. 7. 70· πρβλ. Εὐρ. Ι. Τ. 745. 8) ἀπ. τὸν ἀγῶνα, [[φέρω]] αὐτὸν εἰς [[πέρας]], τὸν τελειώνω, Λυκοῦργ. 169. 8. 9) λόγον ἀπ. δίδω λογαριασμόν, Λατ. rationes referre, Δημ. 828. 20· διηγοῦμαι, ἐξηγοῦμαί τι, Εὐρ. Ὀρ. 151: ― Παθ., μαρτυρίαι ἀπ. Δημ. 273. 12, 10)ἀπ. ὅρκον, ἴδε ἐν λ. [[ὅρκος]]. 11) [[κάμνω]], [[παρέχω]], τὰς κρίσεις Ἀριστ. Ρητ. 1. 2, 5· ἀπ. τί ἐστί τι, [[ὁρίζω]], ὁ αὐτ. Κατηγ. 5. 9, πρβλ. 1. 2, κἑξ., κ. ἀλλ.· Μεταφ. 6. 16, 6, κ. ἀλλ.· [[ἑπομένως]] τούτοις ἀπ. τὴν ψυχὴν ὁ αὐτ. περὶ Ψυχῆς 1. 2, 14, πρβλ. Φυσ. 2. 3, 3, κ. ἀλλ.· [[ὡσαύτως]], μεταχειρίζομαι ὡς ὅρον, ὁ αὐτ. περὶ Ψυχῆς 1. 1, 16, κ. ἀλλ.: ― ἐξηγῶ, [[ἑρμηνεύω]], μίαν λέξιν δι’ ἑτέρας, ἀπ. τὴν κοτύλην [[ἄλεισον]] Ἀθήν. 479C. 12) προσαρτῶ, προσθέτω, ἐξαρτῶ, τί τινι ἤ εἴς τιἭρων. Αὐτομ. 266. 17., 249. 1. 13) ἀπ. τί τινος, βεβαιῶ, [[καταφάσκω]] τι [[περί]] τινος, Ἀριστ. Τοπ. 5. 1, 3. ΙΙ. ἀμετάβ., αὐξάνομαι παραπλησίως τῷ ἐπιδίδωμιΙΙΙ. ἤν ἡ χώρη… κατὰ λόγον ἐπιδιδῷ ἐς [[ὕψος]] καὶ τὸ ὅμοιον ἀποδιδῷ ἐς αὔξησιν (δηλ. κατὰ [[μῆκος]] καὶ [[πλάτος]])Ἡρόδ. 2. 13· ἀλλ’ ὁ Blakesley ὑπολαμβάνει το [[ῥῆμα]] ὡς ἀντιτιθέμενον τῷ ἐπιδιδῷ καὶ ἑρμηνεύει: ἐὰν ἡ [[χώρα]] αὕτη ἐξακολουθῇ οὕτω νὰ αὐξάνηται εἰς [[ὕψος]] καὶ κατ’ ἀναλογίαν ἐκπίπτῃ κατὰ τὴν πολυκαρπίαν, κτλ 2) ἐπαναλαμβάνομαι, [[ἐπανέρχομαι]], Ἀριστ. περὶ Ζ. Γεν. 1. 18, 2, Ἱστ. Ζ. 7. 6, 6. 3) ἐν τῇ Ρητορ. καὶ γραμμ. ἀποτελῶ ἀπόδοσιν, Ἀριστ. Ρητ. 3. 11, 13, Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 9, κτλ.· πρβλ. [[ἀπόδοσις]] ΙΙ. 2· οὐκ ἀποδίδωσι τὸ ἐπεί, δὲν ἔχει ἀπόδοσιν, Σχόλ. εἰς Ὀδ. Γ. 103. β) συντάσσομαι [[μετὰ]] τινος, ἀναφέρομαι εἴς τι, [[πρός]] τι Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Πλ. 538.4) ἀπέδωκε (ἐνν. τὴν ψυχήν), ἀπέθανε, Συλλ. Ἐπιγρ. 9591. ΙΙΙ. Μέσ., δίδω τι ἑκουσίως, πωλῶ, πρῶτον παρ’Ἡροδ. 1. 70, κτλ. ἀπ. τι ἐς Ἑλλάδα, [[φέρω]] τι εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ [[ἐκεῖ]] τὸ πωλῶ, ὁ αὐτ. 2. 56, πρ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 585, κτλ., [[μετὰ]] γεν. τοῦ τιμήματος, ὁ αὐτ. Ἀχ. 830, Εἰρ. 1237· οὐκ ἂν ἀπεδόμην πολλοῦ τὰς ἐλπίδαςΠλάτ. Φαίδ. 98Β· ἀπ. τῆς ἀξίας, τοῦ εὑρίσκοντος, πωλῶ τι εἰς τὴν αξίαν του, ὅ, τι ἠμπορεῖ νὰ «πιάσῃ», Αἰσχίν. 13. 40, 41, πρβλ. Ξεν. Ἀπομν. 2, 5, 5 ([[ἔνθα]] τὸ μὲν ἀποδίδοσθαι κεῖται ἐπὶ τῆς πραγματικῆς πωλήσεως,τὸ δὲ πωλεῖν ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ προσφέρειν τι πρὸς πώλησιν ἐν τῇ ἀγορᾷ, πρβλ. Θεοφρ. Χαρ. 15, 1)· διδοῦσι δὲ [τὰς [[νέας]]] πενταδράχμους ἀποδόμενοιἩρόδ. 6. 89· ἀπ. εἰσαγγελίαν, πωλῶ ὅ ἐ. [[δέχομαι]] δῶρα [[ὅπως]] ἐγκαταλίπω τὴν καταγγελίαν, Δημ. 784. 16· [[οὕτως]], οἱ δραχμῆς ἄν ἀποδόμενοι τὴν πόλιν, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 48: ἐν Ἀθήναις, ἰδίως μισθῶ, ἀπομισθῶ, τοὺς δημοσίους φόρους, Δημ. 475. 5, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[ὠνέομαι]]: ― Ὁ Θουκ. ἐν 6. 62 ἔχει τὸ ἐνεργ. ἀπέδοσαν, [[ὅπερ]] ὁΒεκκ. καὶ Δινδ.διορθοῦσιν ἀπέδοντο, πρβλ. 7. 87· τὸ ἐνεργ. [[ὅμως]] κεῖται ἐπὶ τοιαύτης ἐννοίας ἐν Νικήτ. χρον. 280C. Ἡ διαφορὰ [[εἶναι]] [[λίαν]] φανερὰ ἐν Ἀνδοκ. 13. 16, πάντα ἀποδόμενος, τὰ ἡμίσεα ἀποδώσω τῷ ἀποκτείναντι, πρβλ. Βεκκήρου προοίμ. εἰς Θουκ. ἐν τέλ.
|lstext='''ἀποδίδωμι''': [ῐ]: μέλλ. -δώσω: ― [[παραδίδω]] ἤ δίδω [[ὀπίσω]], [[ἐπιστρέφω]] τινί τι Ὅμ. καὶ Ἀττ.: [[κυρίως]], ἀνταποδίδω, [[ἀποτίνω]] τι ὀφειλόμενον, ὡς π.χ. χρέη, ποινάς, τιμήν, ὑποταγήν, κτλ., θρέπτρα φίλοις Ἰλ. Δ. 478· [[παρέχω]] ἱκανοποίησιν, πρὶν γ’ ἀπὸ πᾶσαν ἐμοὶ [[δόμεναι]] θυμαλγέα λώβην [ἐν τμήσει]Ἰλ. Ι. 387· ἀπ’ ἀμοιβήν τινι Θέογν. 1263· ἀπ. τὴν ὁμοίην τινὶἩρόδ. 4. 119· ἀλλὰ τὸ μόρσιμον ἀπέδωκεν, ἀπέδωκε τὸ ὀφειλόμενον εἰς τὴν Εἱμαρμένην, Πινδ. Ν. 7. 64· τὸ χρέοςἩρόδ. 2. 136· τὸν ναῦλονἈριστοφ. Βάτρ. 270· τὴν ζημίαν, τὴν καταδίκην Θουκ. 3. 70., 5. 50· εὐχὰς Ξεν. Ἀπομ. 2. 2, 10· ἀπ. [[ὀπίσω]] ἐς Ἡρακλείδας τὴν ἀρχὴνἩρ. 1. 13, κτλ. ― περὶ τῆς ἐπικρατήσεως τῆς πρώτης καὶ κυρίας ταύτης σημασίας τῆς λέξεως ἐν Ἀθήναις, δίελθε ὁλόκληρον τὸν λόγον τοῦ Δημοσθ. περὶ Ἁλοννήσου, πρβλ. Αἰσχίν. 65. 30· [[οὕτως]], ἀπ. χάριτας Λυσ. 189. 9· πρβλ. Θουκ. 3. 63· ἀπ. τι ἐς [[χάριν]], ἐς [[ὀφείλημα]] ὁ αὐτ. 2. 40· ἀπ. [[χάριν]] Ἰσοκρ. 131Β· [τὴν πόλιν] ἀπ. τοῖς ἐπιγιγνομένοις οἵανπερ παρὰ τῶν πατέρων παρελάβομεν Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 30: ― παθ., ἕως κ’ ἀπὸ πάντα δοθείη Ὀδ. Β. 78· ἀπ. [[μισθός]], χάριτες Ἀριστοφ. Ἱππ. 1066, Θουκ. 3. 63. 2) ὀρίζω, [[τάττω]], [[ἀπονέμω]], ταῖς γυναιξί μουσικήν Πλάτ. Πολ. 456Β· τὸ δίκαιον Ἀριστ. Ρητ. 1. 1, 7· τὸ πρὸς ἀλκὴν [[ὅπλον]] ἀπ. ἡ [[φύσις]] ὁ αὐτ. περὶ Ζ. Γεν. 3. 10, 6, κτλ. β) [[ἀναφέρω]] τι εἴς τινα ὡς ἀνῆκον εἰς τὸ [[ἔργον]] ἤ [[ὑπούργημα]] [[αὐτοῦ]], εἰς τοὺς κριτάς τὴν κρίσιν Πλάτ. Νόμ. 765Β· ἀπ. εἰς τὴν βουλὴν περὶ αὐτῶν, [[ἀναφέρω]] τὴν ὑπόθεσιν εἰς…, Ἰσοκρ. 372Β· πρβλ. Λυσ. 164. 7, κτλ. 3) ἀνταποδίδω, [[παράγω]], ἐπὶ καλλιεργουμένης γῆς, ἐπὶ διηκόσια μὲν τὸ [[παράπαν]] ἀποδιδοῖ, ἀποδίδει καρπόν [[διακοσιάκις]] περισσότερον,Ἡρόδ. 1. 193· ἀπέδωχ’ ὅσας ἄν κατέβαλε (ἐνν. κριθὰς) Μένανδ. ἐν «Γεωργῶ» 4: ― Ἐντεῦθεν [[ἴσως]] μεταφ., τὸ [[ἔργον]] ἀπ.Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 2. 6, 2· ἀπ. δάκρυ Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 489. 4) παραχωρῶ, [[ἐπιτρέπω]], μετ’ ἀπαρεμφ., ἀφίνω, [[ἐπιτρέπω]] τινὰ νὰ πράξῃ τι, ἀπ. τισι αὐτονομεῖσθαι Θουκ. 1. 144, πρβλ. 3. 36· εἰ δὲ τοῖς μὲν… ἐπιτάττειν ἀποδώσετε Δημ. 27. 1· ἀπ. κολάζειν ὁ αὐτ. 638· 6, πρβλ. Λυσ. 94. 36· ἀπ. τινι ζητεῖν Ἀριστ. Πολιτικ. 8. 7, 2, πρβλ. Ποιητ. 15. 10· ― [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ. πράγμ., ἀπ. ἀπολογίαν τινὶ, [[παρέχω]] εἴς τινα ἄδειαν νὰ ἀπολογηθῇ, Ἀνδοκ. 29. 16· [[οὕτως]], ὁ [[λόγος]] ἀπεδόθη αὐτοῖς, τὸ [[δικαίωμα]] τοῦ λόγου ἐδόθη, ἐπετράπη εἰς αὐτοὺς, Αἰσχίν. 61. 16. 5) μετ’ ἐπιθ. ὡς τὸ [[ἀποδείκνυμι]], καθιστῶ τι τοιοῦτον ἤ τοιοῦτον, ἀπ. τὴν τέρψιν βεβαιοτέραν Ἰσοκρ. 12Β· τέλειον ἀπ. τὸ [[τέκνον]] Ἀριστ. περὶ Ζ. Γεν. 2. 1, 23· δεῖ τὰς ἐνεργείας ποιὰς ἀποδιδόναι ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 2. 1, 8. β) ὡς τὸ [[ἀποδείκνυμι]], [[ὡσαύτως]], ἐπιδεικνύω, φανερώνω,τὴν ὑπάρχουσαν ἀρετὴν Ἀνδοκ. 14. 39· ἀπ. τὴν ἰδίαν μορφήν, [[ἐκφράζω]] αὐτὴν, ἐξηγοῦμαι αὐτὴν, Ἀριστ. Ποιητ. 15. 11. 6) [[παραδίδω]] εἴς τινα, ἤ χαρίζω (ἀλλ’ [[ἴσως]] [[ἐνταῦθα]] σημαίνει πωλῶ) ὡς δοῦλον, ἀποδώσειν τινὶ πέτρους μοχλεύειν, κτλ., Εὐρ. Κύκλ. 239· ἀπ. μιαρὸν τῷ χρόνῳ φῆναι Ἀντιφῶν 129. 14. 7) ἀπ. ἐπιστολήν, [[παραδίδω]] ἐπιστολήν, Θουκ. 7. 70· πρβλ. Εὐρ. Ι. Τ. 745. 8) ἀπ. τὸν ἀγῶνα, [[φέρω]] αὐτὸν εἰς [[πέρας]], τὸν τελειώνω, Λυκοῦργ. 169. 8. 9) λόγον ἀπ. δίδω λογαριασμόν, Λατ. rationes referre, Δημ. 828. 20· διηγοῦμαι, ἐξηγοῦμαί τι, Εὐρ. Ὀρ. 151: ― Παθ., μαρτυρίαι ἀπ. Δημ. 273. 12, 10)ἀπ. ὅρκον, ἴδε ἐν λ. [[ὅρκος]]. 11) [[κάμνω]], [[παρέχω]], τὰς κρίσεις Ἀριστ. Ρητ. 1. 2, 5· ἀπ. τί ἐστί τι, [[ὁρίζω]], ὁ αὐτ. Κατηγ. 5. 9, πρβλ. 1. 2, κἑξ., κ. ἀλλ.· Μεταφ. 6. 16, 6, κ. ἀλλ.· [[ἑπομένως]] τούτοις ἀπ. τὴν ψυχὴν ὁ αὐτ. περὶ Ψυχῆς 1. 2, 14, πρβλ. Φυσ. 2. 3, 3, κ. ἀλλ.· [[ὡσαύτως]], μεταχειρίζομαι ὡς ὅρον, ὁ αὐτ. περὶ Ψυχῆς 1. 1, 16, κ. ἀλλ.: ― ἐξηγῶ, [[ἑρμηνεύω]], μίαν λέξιν δι’ ἑτέρας, ἀπ. τὴν κοτύλην [[ἄλεισον]] Ἀθήν. 479C. 12) προσαρτῶ, προσθέτω, ἐξαρτῶ, τί τινι ἤ εἴς τιἭρων. Αὐτομ. 266. 17., 249. 1. 13) ἀπ. τί τινος, βεβαιῶ, [[καταφάσκω]] τι [[περί]] τινος, Ἀριστ. Τοπ. 5. 1, 3. ΙΙ. ἀμετάβ., αὐξάνομαι παραπλησίως τῷ ἐπιδίδωμιΙΙΙ. ἤν ἡ χώρη… κατὰ λόγον ἐπιδιδῷ ἐς [[ὕψος]] καὶ τὸ ὅμοιον ἀποδιδῷ ἐς αὔξησιν (δηλ. κατὰ [[μῆκος]] καὶ [[πλάτος]])Ἡρόδ. 2. 13· ἀλλ’ ὁ Blakesley ὑπολαμβάνει το [[ῥῆμα]] ὡς ἀντιτιθέμενον τῷ ἐπιδιδῷ καὶ ἑρμηνεύει: ἐὰν ἡ [[χώρα]] αὕτη ἐξακολουθῇ οὕτω νὰ αὐξάνηται εἰς [[ὕψος]] καὶ κατ’ ἀναλογίαν ἐκπίπτῃ κατὰ τὴν πολυκαρπίαν, κτλ 2) ἐπαναλαμβάνομαι, [[ἐπανέρχομαι]], Ἀριστ. περὶ Ζ. Γεν. 1. 18, 2, Ἱστ. Ζ. 7. 6, 6. 3) ἐν τῇ Ρητορ. καὶ γραμμ. ἀποτελῶ ἀπόδοσιν, Ἀριστ. Ρητ. 3. 11, 13, Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 9, κτλ.· πρβλ. [[ἀπόδοσις]] ΙΙ. 2· οὐκ ἀποδίδωσι τὸ ἐπεί, δὲν ἔχει ἀπόδοσιν, Σχόλ. εἰς Ὀδ. Γ. 103. β) συντάσσομαι [[μετὰ]] τινος, ἀναφέρομαι εἴς τι, [[πρός]] τι Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Πλ. 538.4) ἀπέδωκε (ἐνν. τὴν ψυχήν), ἀπέθανε, Συλλ. Ἐπιγρ. 9591. ΙΙΙ. Μέσ., δίδω τι ἑκουσίως, πωλῶ, πρῶτον παρ’Ἡροδ. 1. 70, κτλ. ἀπ. τι ἐς Ἑλλάδα, [[φέρω]] τι εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ [[ἐκεῖ]] τὸ πωλῶ, ὁ αὐτ. 2. 56, πρ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 585, κτλ., [[μετὰ]] γεν. τοῦ τιμήματος, ὁ αὐτ. Ἀχ. 830, Εἰρ. 1237· οὐκ ἂν ἀπεδόμην πολλοῦ τὰς ἐλπίδαςΠλάτ. Φαίδ. 98Β· ἀπ. τῆς ἀξίας, τοῦ εὑρίσκοντος, πωλῶ τι εἰς τὴν αξίαν του, ὅ, τι ἠμπορεῖ νὰ «πιάσῃ», Αἰσχίν. 13. 40, 41, πρβλ. Ξεν. Ἀπομν. 2, 5, 5 ([[ἔνθα]] τὸ μὲν ἀποδίδοσθαι κεῖται ἐπὶ τῆς πραγματικῆς πωλήσεως,τὸ δὲ πωλεῖν ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ προσφέρειν τι πρὸς πώλησιν ἐν τῇ ἀγορᾷ, πρβλ. Θεοφρ. Χαρ. 15, 1)· διδοῦσι δὲ [τὰς [[νέας]]] πενταδράχμους ἀποδόμενοιἩρόδ. 6. 89· ἀπ. εἰσαγγελίαν, πωλῶ ὅ ἐ. [[δέχομαι]] δῶρα [[ὅπως]] ἐγκαταλίπω τὴν καταγγελίαν, Δημ. 784. 16· [[οὕτως]], οἱ δραχμῆς ἄν ἀποδόμενοι τὴν πόλιν, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 48: ἐν Ἀθήναις, ἰδίως μισθῶ, ἀπομισθῶ, τοὺς δημοσίους φόρους, Δημ. 475. 5, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[ὠνέομαι]]: ― Ὁ Θουκ. ἐν 6. 62 ἔχει τὸ ἐνεργ. ἀπέδοσαν, [[ὅπερ]] ὁΒεκκ. καὶ Δινδ.διορθοῦσιν ἀπέδοντο, πρβλ. 7. 87· τὸ ἐνεργ. [[ὅμως]] κεῖται ἐπὶ τοιαύτης ἐννοίας ἐν Νικήτ. χρον. 280C. Ἡ διαφορὰ [[εἶναι]] [[λίαν]] φανερὰ ἐν Ἀνδοκ. 13. 16, πάντα ἀποδόμενος, τὰ ἡμίσεα ἀποδώσω τῷ ἀποκτείναντι, πρβλ. Βεκκήρου προοίμ. εἰς Θουκ. ἐν τέλ.
}}
{{bailly
|btext=<i>impf.</i> ἀπεδίδουν, <i>f.</i> ἀποδώσω, <i>ao.</i> [[ἀπέδωκα]], <i>ao.2</i> [[ἀπέδων]], <i>etc.</i><br /><b>1</b> rendre, restituer : τινί [[τι]] qch à qqn;<br /><b>2</b> rapporter : ἐπὶ διηκόσια ἀποδοῦναι HDT rendre 200 fois (la semence);<br /><b>3</b> donner en échange : τὴν ὁμοίην τινί HDT rendre la pareille à qqn ; τὸ [[χρέος]] HDT payer sa dette ; τὴν χάριν THC rendre grâces, témoigner sa reconnaissance ; εὐχάς XÉN s’acquitter d’un vœu;<br /><b>4</b> remettre, transmettre;<br /><b>5</b> déférer, attribuer : ταῖς πόλεσιν αὐτονομεῖσθαι THC permettre aux cités de choisir un gouvernement qui leur convienne;<br /><b>6</b> produire, mettre au jour : νόμους XÉN édicter des lois;<br /><b>7</b> vendre;<br /><i><b>Moy.</b></i> ἀποδίδομαι (<i>f.</i> ἀποδώσομαι, <i>ao.2</i> ἀπεδόμην) donner en échange de, vendre.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[δίδωμι]].
}}
}}