chorro
Spanish > Greek
βλύσις, ἀπόρροος, ἐκπυτισμός, ἐκπιτυσμός, ἐξακόντισμα, ἀναπιτυσμός, ἐκροή, ἀνάδοσις, αὐλός, ἀπόρρυσις, ἀνάβλυσις
βλύσις, ἀπόρροος, ἐκπυτισμός, ἐκπιτυσμός, ἐξακόντισμα, ἀναπιτυσμός, ἐκροή, ἀνάδοσις, αὐλός, ἀπόρρυσις, ἀνάβλυσις