ἀναπιτυσμός
From LSJ
δύο ἀρνήσεις μίαν συγκατάθεσιν ποιοῦσι → two negatives make an affirmative
English (LSJ)
ὁ, spurting out, ib.4.3; cf. ἀναπυτίζω.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
chorro ἐκ μὲν τοῦ θύρσου ὁ ἀναπιτυσμὸς ἔσται Hero Aut.4.3.
German (Pape)
[Seite 202] ὁ, das Ausfließenlassen, Mathem.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναπιτυσμός: ὁ, ἐσφ. ἀντὶ ἀναπυτισμός.